Tags

Γραμμή Βοήθειας

Στο τηλεφωνικό κέντρο στο τέλος του κόσμου
όλοι είναι με τα κουρέλια
των ρούχων που φόραγαν ερχόμενοι για δουλειά πριν δυο βδομάδες.

Απ’ τον δέκατο όροφο μετράμε φωτιές πέρα στο βάθος
τα καπνισμένα ερείπια των προαστίων.

Τα διαλείμματα για τσάι παρακολουθούνται αυστηρά
και υπάρχει ακόμα ίντερνετ
αλλά αρχίζουμε να βαριόμαστε τις ειδήσεις.

Κοιμόμαστε όπου βολεύεται ο καθένας _
στις σκάλες, στη μοκέτα, στις καρέκλες του κυλικείου.

Η καθυστερημένη προσέλευση δεν είναι ανεκτή
αν και στη φάση αυτοί λίγοι από μας
έχουν πια σπίτι για να πάνε.
Η ζήτηση των υπηρεσιών μας είναι μεγάλη.

Δεν ξέρω γιατί μένω ακόμα σ’ αυτή τη δουλειά
αφού ο κόσμος όπου θα μπορούσα να ξοδέψω τον καλό μισθό μου
έχει διαλυθεί–
πολιτικοί που κρύβονται
παραβιασμένα σουπερμάρκετ σε φλεγόμενους δρόμους

ίσως γιατί όλοι μου λένε
πως η φωνή μου μπορεί και να ’ναι η τελευταία που ακούνε

ίσως γιατί σχεδόν κάθε ανήσυχη γυναίκα στη γραμμή
μου θυμίζει τη μητέρα μου με τις ανησυχίες της

ή επειδή συζητάμε για βιολέτες,
για την πείνα, τη μυρωδιά της καμένης μπογιάς
αναμνήσεις από καλοκαίρια στο πάρκο.

Ο σκύλος της βγήκε έξω πριν δυο μέρες και δεν έχει γυρίσει ακόμα
Αν πέθαινα, μπορεί και να μ’ έτρωγε
λέει
μοιάζει σαν να το ’χει μετανιώσει.

Suzan Evans 
απόδοση: Χρύσα Φραγκιαδάκη

το πρωτότυπο στα σχόλια
© CHRISSA FRAGIADAKI , D for Dashes—moonlighting in Amherstland, [2014]